Federung
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -en>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- ανάρτησηFemininum, weiblich | θηλυκό fFederung Auto | αυτοκίνητοAUTOσούστεςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fplFederung Auto | αυτοκίνητοAUTOFederung Auto | αυτοκίνητοAUTO