„σινεμά“: ουδέτερο σινεμά [sineˈma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n, σινεμάς [sineˈmas] <-άδες>αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Kino Kinoουδέτερο | Neutrum, sächlich n σινεμά σινεμά examples πάω (στο) σινεμά ins Kino gehen πάω (στο) σινεμά σινεμά drive-in Autokinoουδέτερο | Neutrum, sächlich n σινεμά drive-in