„προσεχής“ προσεχής [proseˈçis], προσεχής, προσεχέςεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) baldig baldig προσεχής προσεχής examples στο προσεχές μέλλον in allernächster Zeit, in der nahen Zukunft στο προσεχές μέλλον