Greek-German translation for "προληπτικός"

"προληπτικός" German translation

προληπτικός
[proliptiˈkos], προληπτική, προληπτικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • vorbeugend
    προληπτικός
    προληπτικός
  • abergläubisch
    προληπτικός δεισιδαίμων
    προληπτικός δεισιδαίμων
examples
  • προληπτική γραπτή υπεράσπισηθηλυκό | Femininum, weiblich f νομικός όρος | Rechtswesenνομ
    Schutzschriftθηλυκό | Femininum, weiblich f
    προληπτική γραπτή υπεράσπισηθηλυκό | Femininum, weiblich f νομικός όρος | Rechtswesenνομ
  • προληπτική εξέτασηθηλυκό | Femininum, weiblich f καρκίνου
    Krebsvorsorge(untersuchung)θηλυκό | Femininum, weiblich f
    προληπτική εξέτασηθηλυκό | Femininum, weiblich f καρκίνου
  • προληπτική κράτησηθηλυκό | Femininum, weiblich f νομικός όρος | Rechtswesenνομ
    Sicherungsverwahrungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    προληπτική κράτησηθηλυκό | Femininum, weiblich f νομικός όρος | Rechtswesenνομ
  • hide examplesshow examples

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: