προετοιμασία
[proetimaˈsia]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Vorbereitungθηλυκό | Femininum, weiblich fπροετοιμασίαπροετοιμασία
examples
- προετοιμασία για διδασκαλίαUnterrichtsvorbereitungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- προετοιμασία για μάχηGefechtsausbildungθηλυκό | Femininum, weiblich f