πολικός
[poliˈkos], πολική, πολικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
examples
- πολική νύχταθηλυκό | Femininum, weiblich fPolarnachtθηλυκό | Femininum, weiblich f
-
- πολικός αστέραςαρσενικό | Maskulinum, männlich mNordsternαρσενικό | Maskulinum, männlich mPolarsternαρσενικό | Maskulinum, männlich m
hide examplesshow examples