περιτύλιγμα
[periˈtiliɣma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Einwickelnουδέτερο | Neutrum, sächlich nπεριτύλιγμαπεριτύλιγμα
examples
- περιτύλιγμα καραμέλαςBonbonpapierουδέτερο | Neutrum, sächlich n