„Bonbonpapier“: Neutrum, sächlich BonbonpapierNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) περιτύλιγμα καραμέλας περιτύλιγμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n καραμέλας Bonbonpapier Bonbonpapier