πέναλτι
[ˈpenalti]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Strafstoßαρσενικό | Maskulinum, männlich mπέναλτιElfmeterαρσενικό | Maskulinum, männlich mπέναλτιπέναλτι
- Siebenmeterαρσενικό | Maskulinum, männlich mπέναλτι χάντμπολπέναλτι χάντμπολ