„ονομάζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα ονομάζομαι [onoˈmazome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) heißen, genannt werden heißen ονομάζομαι φέρω όνομα ονομάζομαι φέρω όνομα genannt werden ονομάζομαι χαρακτηρίζομαι ονομάζομαι χαρακτηρίζομαι