οθόνη
[oˈθoni]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Leinwandθηλυκό | Femininum, weiblich fοθόνη κινηματογράφουοθόνη κινηματογράφου
- Bildschirmαρσενικό | Maskulinum, männlich mοθόνη τηλεοράσεωςοθόνη τηλεοράσεως
- Monitorαρσενικό | Maskulinum, männlich mοθόνη υπολογιστήοθόνη υπολογιστή
examples
- οθόνη LCD ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υLCD-Bildschirmαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- οθόνη αφήςberührungssensitiver Bildschirmαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- οθόνη κινητού τηλεφώνουHandydisplayουδέτερο | Neutrum, sächlich n
hide examplesshow examples