„Monitor“: Maskulinum, männlich MonitorMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -e; Monitoren> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) οθόνη οθόνηFemininum, weiblich | θηλυκό f Monitor Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT Monitor Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT