μεταφορά
[metafoˈra]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Transferαρσενικό | Maskulinum, männlich mμεταφορά γενÜbertragungθηλυκό | Femininum, weiblich fμεταφορά γενμεταφορά γεν
- Transportαρσενικό | Maskulinum, männlich mμεταφορά εμπόριο | HandelεμπBeförderungθηλυκό | Femininum, weiblich fμεταφορά εμπόριο | Handelεμπμεταφορά εμπόριο | Handelεμπ
- Einlieferungθηλυκό | Femininum, weiblich fμεταφορά ασθενή στο νοσοκομείομεταφορά ασθενή στο νοσοκομείο
- Metapherθηλυκό | Femininum, weiblich fμεταφορά σχήμα λόγουμεταφορά σχήμα λόγου
examples
-
- μεταφορά δεδομένωνDatentransferαρσενικό | Maskulinum, männlich mDatenübertragungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- μεταφορά τεχνολογίαςTechnologietransferαρσενικό | Maskulinum, männlich m
hide examplesshow examples