„μεσημέρι“: ουδέτερο μεσημέρι [mesiˈmeri]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mittag Mittag(szeit)Maskulinum mit Femininendung in Klammern m(f) μεσημέρι μεσημέρι examples το μεσημέρι mittags, zur Mittagszeit το μεσημέρι κατά το μεσημέρι gegen Mittag κατά το μεσημέρι