μενού
[meˈnu]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Speisekarteθηλυκό | Femininum, weiblich fμενούμενού
- Menüουδέτερο | Neutrum, sächlich nμενού ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υμενού ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
examples
- μενού βοήθειας ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υHilfemenüουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- μενού έναρξης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υStartmenüουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- μενού ημέραςTagesmenüουδέτερο | Neutrum, sächlich n
hide examplesshow examples