Greek-German translation for "μάρκετινγκ"
"μάρκετινγκ" German translation
τμήμα μάρκετινγκ
Marketingabteilungθηλυκό | Femininum, weiblich f
τμήμα μάρκετινγκ
άμεσο μάρκετινγκουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Direktmarketingουδέτερο | Neutrum, sächlich n
άμεσο μάρκετινγκουδέτερο | Neutrum, sächlich n