„κυβερνητική“: θηλυκό κυβερνητική [kjivernitiˈkji]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Kybernetik Kybernetikθηλυκό | Femininum, weiblich f κυβερνητική κυβερνητική