κτίριο
[ˈktirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Gebäudeουδέτερο | Neutrum, sächlich nκτίριοBauαρσενικό | Maskulinum, männlich mκτίριοHausουδέτερο | Neutrum, sächlich nκτίριοκτίριο
examples
- κτίριο αεροδρομίου αεροπορία | LuftfahrtαεροπAbfertigungshalleθηλυκό | Femininum, weiblich f
- κτίριο δικαστηρίουGerichtsgebäudeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- κτίριο διοίκησηςVerwaltungsgebäudeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
hide examplesshow examples