„κατσαδιάζω“: αμετάβατο ρήμα κατσαδιάζω [katsaˈðjazo]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) zetern zetern κατσαδιάζω κατσαδιάζω „κατσαδιάζω“: μεταβατικό ρήμα κατσαδιάζω [katsaˈðjazo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) jemandem eine Standpauke halten examples κατσαδιάζω κάποιον jemandem eine Standpauke halten κατσαδιάζω κάποιον