καταλαβαίνω
[katalaˈveno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <κατάλαβα>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- καταλαβαίνω
- einsehenκαταλαβαίνω λάθοςκαταλαβαίνω λάθος
- (be)merkenκαταλαβαίνω αντιλαμβάνομαικαταλαβαίνω αντιλαμβάνομαι