„καντάδα“: θηλυκό καντάδα [kanˈdaða]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Ständchen Ständchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n καντάδα καντάδα examples κάνω καντάδα σε κάποιον jemandem ein Ständchen bringen κάνω καντάδα σε κάποιον