Greek-German translation for "καλλιέργεια"

"καλλιέργεια" German translation

καλλιέργεια
[kaliˈerjia]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Bebauungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    καλλιέργεια γης
    καλλιέργεια γης
  • Anbauαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    καλλιέργεια φυτών
    καλλιέργεια φυτών
  • Züchtungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    καλλιέργεια μαργαριταριών
    καλλιέργεια μαργαριταριών
  • Kulturθηλυκό | Femininum, weiblich f
    καλλιέργεια παιδεία
    Kultiviertheitθηλυκό | Femininum, weiblich f
    καλλιέργεια παιδεία
    καλλιέργεια παιδεία
  • Pflegeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    καλλιέργεια γλώσσας, επιστήμης
    καλλιέργεια γλώσσας, επιστήμης
examples
  • καλλιέργεια βακτηρίων
    Bakterienkulturθηλυκό | Femininum, weiblich f
    καλλιέργεια βακτηρίων
  • καλλιέργεια λαχανικών
    Gemüseanbauαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    καλλιέργεια λαχανικών
  • καλλιέργεια λυκίσκου
    Hopfenanbauαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    καλλιέργεια λυκίσκου
  • hide examplesshow examples
οικολογική καλλιέργειαθηλυκό | Femininum, weiblich f
ökologischer Anbauαρσενικό | Maskulinum, männlich m
οικολογική καλλιέργειαθηλυκό | Femininum, weiblich f

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: