Greek-German translation for "καίγομαι"

"καίγομαι" German translation

καίγομαι
[ˈkjeɣome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp <κάηκα>

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • verbrennen
    καίγομαι κτήριο
    καίγομαι κτήριο
  • verbrennen
    καίγομαι από τον ήλιο
    καίγομαι από τον ήλιο
  • sich verbrennen
    καίγομαι τα δάχτυλα
    καίγομαι τα δάχτυλα
  • anbrennen
    καίγομαι φαγητό
    καίγομαι φαγητό
  • abbrennen
    καίγομαι καταστρέφομαι τελείως
    καίγομαι καταστρέφομαι τελείως
  • darauf brennen (να zu)
    καίγομαι μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    καίγομαι μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
  • brennen, glühen (από vor+αιτιατική | +Akkusativ +akk)
    καίγομαι από το πάθος μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    καίγομαι από το πάθος μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
examples

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: