ζωικός
[zoiˈkos], ζωική, ζωικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Lebens-ζωικός αναφερόμενος στη ζωήζωικός αναφερόμενος στη ζωή
- tierisch, Tier-ζωικός αναφερόμενος στα ζώαζωικός αναφερόμενος στα ζώα