„ζωδιακός“ ζωδιακός [zoðiaˈkos], ζωδιακή, ζωδιακόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Tierkreis examples ζωδιακός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m Tierkreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m ζωδιακός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m