επεξεργάζομαι
[epekserˈɣazome]αποθετικό ρήμα | Deponens depOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- bearbeitenεπεξεργάζομαι κείμενοεπεξεργάζομαι κείμενο
- verarbeitenεπεξεργάζομαι υλικάεπεξεργάζομαι υλικά
- überarbeitenεπεξεργάζομαι καλυτερεύω κείμενοεπεξεργάζομαι καλυτερεύω κείμενο
- ausarbeitenεπεξεργάζομαι δίνω τελική μορφήεπεξεργάζομαι δίνω τελική μορφή
- editierenεπεξεργάζομαι ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υεπεξεργάζομαι ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ