Greek-German translation for "εκμετάλλευση"

"εκμετάλλευση" German translation

εκμετάλλευση
[ekmeˈtalefsi]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Ausnutzungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    εκμετάλλευση χρόνου, ανθρώπου, καλοσύνης
    εκμετάλλευση χρόνου, ανθρώπου, καλοσύνης
  • Ausbeutungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    εκμετάλλευση αποκόμιση αθέμιτου κέρδους
    εκμετάλλευση αποκόμιση αθέμιτου κέρδους
  • Wahrnehmungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    εκμετάλλευση ευκαιρίας
    εκμετάλλευση ευκαιρίας
examples
  • εκμετάλλευση ανηλίκων
    Kinderarbeitθηλυκό | Femininum, weiblich f
    εκμετάλλευση ανηλίκων
καταχρηστική εκμετάλλευσηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Raubbauαρσενικό | Maskulinum, männlich m
καταχρηστική εκμετάλλευσηθηλυκό | Femininum, weiblich f

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: