Greek-German translation for "δόντι"

"δόντι" German translation

δόντι
[ˈðondi]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Zahnαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    δόντι
    δόντι
  • Zackeθηλυκό | Femininum, weiblich f
    δόντι τεχνική | Technikτεχν
    Zackenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    δόντι τεχνική | Technikτεχν
    δόντι τεχνική | Technikτεχν
examples
  • χωρίς δόντια
    zahnlos, ohne Zähne
    χωρίς δόντια
  • όταν δεν του αρέσει κάτι, τα λέει έξω από τα δόντια
    wenn ihm etwas nicht passt, nimmt er kein Blatt vor den Mund
    όταν δεν του αρέσει κάτι, τα λέει έξω από τα δόντια
  • αντιστάθηκε με νύχια και με δόντια
    er/sie wehrte sich mit Händen und Füßen
    αντιστάθηκε με νύχια και με δόντια
φαρμακερό δόντιουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Giftzahnαρσενικό | Maskulinum, männlich m
φαρμακερό δόντιουδέτερο | Neutrum, sächlich n
χρυσό δόντιουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Goldzahnαρσενικό | Maskulinum, männlich m
χρυσό δόντιουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: