„δικός“: κτητική αντωνυμία δικός [ðiˈkos]κτητική αντωνυμία | Possessivpronomen poss pr Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) es ist meins/deins... eine eigene Meinung haben... meine Angehörigen... jemandem seinen Willen lassen... seinen Willen durchsetzen... examples ο δικός μου, η δική/δικιά μου, το δικό μου meine(r, s) ο δικός μου, η δική/δικιά μου, το δικό μου είναι δικό μου/σου es ist meins/deins, das gehört mir/dir είναι δικό μου/σου έχω δική μου γνώμη eine eigene Meinung haben έχω δική μου γνώμη οι δικοί μουπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl meine Angehörigenπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl οι δικοί μουπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl αφήνω κάποιον να περάσει το δικό του jemandem seinen Willen lassen αφήνω κάποιον να περάσει το δικό του περνάει το δικό μου seinen Willen durchsetzen περνάει το δικό μου hide examplesshow examples