Greek-German translation for "διεκδίκηση"

"διεκδίκηση" German translation

διεκδίκηση
[ðiekˈðikjisi]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Anspruchαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    διεκδίκηση
    διεκδίκηση
  • Beanspruchungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    διεκδίκηση νομικός όρος | Rechtswesenνομ
    διεκδίκηση νομικός όρος | Rechtswesenνομ
  • Forderungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    διεκδίκηση στον πολιτικό χώρο
    διεκδίκηση στον πολιτικό χώρο
  • Verteidigungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    διεκδίκηση αθλητισμός | Sportαθλ τίτλου
    διεκδίκηση αθλητισμός | Sportαθλ τίτλου
examples
  • διεκδίκηση εξουσίας
    Herrschaftsanspruchαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    διεκδίκηση εξουσίας
  • διεκδίκηση της εξουσίας
    Machtanspruchαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    διεκδίκηση της εξουσίας

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: