διανομέας
[ðianoˈmeas]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f <-είς>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Austrägerαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιανομέαςδιανομέας
- Briefträgerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fδιανομέας ταχυδρόμοςδιανομέας ταχυδρόμος
- Verteilerαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιανομέας αυτοκίνητο | Autoαυτοκδιανομέας αυτοκίνητο | Autoαυτοκ
examples
- διανομέας πίτσαςPizzaboteαρσενικό | Maskulinum, männlich mPizzabotinθηλυκό | Femininum, weiblich f