„γυμνάσια“: πληθυντικός ουδετέρου γυμνάσια [jimˈnasia]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Manöver Manöverουδέτερο | Neutrum, sächlich n γυμνάσια στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ γυμνάσια στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ