βραδινός
[vraðiˈnos], βραδινή, βραδινόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
examples
- βραδινή νοσοκόμαθηλυκό | Femininum, weiblich fNachtschwesterθηλυκό | Femininum, weiblich f
- βραδινό λύκειοουδέτερο | Neutrum, sächlich nAbendgymnasiumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- βραδινό πρόγραμμαουδέτερο | Neutrum, sächlich nAbendprogrammουδέτερο | Neutrum, sächlich n
hide examplesshow examples