„βιολόγος“: αρσενικό και θηλυκό βιολόγος [vioˈloɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Biologe, Biologin Biologeαρσενικό | Maskulinum, männlich m βιολόγος Biologinθηλυκό | Femininum, weiblich f βιολόγος βιολόγος