αψίδα
[aˈpsiða]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Bogenαρσενικό | Maskulinum, männlich mαψίδα αρχιτεκτονική | Architekturαρχιταψίδα αρχιτεκτονική | Architekturαρχιτ
examples
- αψίδα θόλουGewölbebogenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- αψίδα του θριάμβουTriumphbogenαρσενικό | Maskulinum, männlich m