„Αποκριά“: θηλυκό Αποκριά [apokriˈa]θηλυκό | Femininum, weiblich f, Απόκριες [aˈpokries]πληθυντικός θηλυκού | Femininum Plural fpl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Karneval, Fasching Karnevalαρσενικό | Maskulinum, männlich m Αποκριά Αποκριά Faschingαρσενικό | Maskulinum, männlich m Αποκριά ιδιωματισμός | regional verwendetιδιωμ Αποκριά ιδιωματισμός | regional verwendetιδιωμ