„Karneval“: Maskulinum, männlich KarnevalMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-s; -e; -s> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Αποκριά, Απόκριες, καρναβάλι ΑποκριάFemininum, weiblich | θηλυκό f Karneval ΑπόκριεςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Karneval καρναβάλιNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Karneval Karneval