„αντίσκηνο“: ουδέτερο αντίσκηνο [anˈdiskjino]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Zelt Zeltουδέτερο | Neutrum, sächlich n αντίσκηνο αντίσκηνο