αναλογίζομαι
[analoˈjizome]αποθετικό ρήμα | Deponens depOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- bedenkenαναλογίζομαι λαμβάνω υπόψηαναλογίζομαι λαμβάνω υπόψη
- überlegen, nachdenken (αιτιατική | Akkusativakk über+αιτιατική | +Akkusativ +akk)αναλογίζομαι σκέφτομαιαναλογίζομαι σκέφτομαι
- αναλογίζομαι θυμάμαι