„ανάποδα“: επίρρημα ανάποδα [aˈnapoða]επίρρημα | Adverb adv Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) verkehrt verkehrt (herum) ανάποδα ανάποδα examples παίρνω κάτι ανάποδα etwas falsch verstehen παίρνω κάτι ανάποδα