Greek-German translation for "ακτινοβολία"

"ακτινοβολία" German translation

ακτινοβολία
[aktinovoˈlia]θηλυκό | Femininum, weiblich f

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Strahlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ακτινοβολία φυσ
    ακτινοβολία φυσ
  • Bestrahlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ακτινοβολία ιατρική | Medizinιατρ
    ακτινοβολία ιατρική | Medizinιατρ
  • Ausstrahlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
    ακτινοβολία ανθρώπου
    ακτινοβολία ανθρώπου
examples
κοσμική ακτινοβολίαθηλυκό | Femininum, weiblich f
Höhenstrahlungθηλυκό | Femininum, weiblich f
κοσμική ακτινοβολίαθηλυκό | Femininum, weiblich f
έκθεση σε ακτινοβολία
Strahlenbelastungθηλυκό | Femininum, weiblich f
έκθεση σε ακτινοβολία
προστασία από ακτινοβολία
Strahlenschutzαρσενικό | Maskulinum, männlich m
προστασία από ακτινοβολία

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: