αιώνας
[eˈonas]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Jahrhundertουδέτερο | Neutrum, sächlich nαιώνας εκατό χρόνιααιώνας εκατό χρόνια
- Zeitalterουδέτερο | Neutrum, sächlich nαιώνας ιστορική εποχήαιώνας ιστορική εποχή