Greek-German translation for "έδαφος"

"έδαφος" German translation

έδαφος
[ˈeðafos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Overview of all translations

(For more details, click/tap on the translation)

  • Erdbodenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    έδαφος
    έδαφος
  • Geländeουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    έδαφος πεδίο
    έδαφος πεδίο
  • Bodenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    έδαφος μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    έδαφος μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
examples
  • έδαφος κράτους
    Staatsgebietουδέτερο | Neutrum, sächlich n
    έδαφος κράτους
πορεία σε ανώμαλο έδαφος
Geländemarschαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πορεία σε ανώμαλο έδαφος
παγωνιά στο έδαφος
Bodenfrostαρσενικό | Maskulinum, männlich m
παγωνιά στο έδαφος
αργιλώδες έδαφοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Lehmbodenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
αργιλώδες έδαφοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
προλειαίνω το έδαφος μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
Vorarbeit leistenθηλυκό | Femininum, weiblich f
προλειαίνω το έδαφος μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
πρόσφορο έδαφοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
Nährbodenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
πρόσφορο έδαφοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
αμμώδες έδαφοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Sandbodenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
αμμώδες έδαφοςουδέτερο | Neutrum, sächlich n

Tell us what you think!

Do you like the Langenscheidt online dictionary?

Many thanks for your review!

Do you have any feedback regarding our online dictionaries?

Is a translation missing, have you noticed a mistake, or do you just want to leave some positive feedback? Please fill out the feedback form. Giving an email address is optional and, under our privacy policy, used only to handle your enquiry.

Please confirm you are human by ticking the checkbox.*

*Mandatory field

Please fill in the fields marked *.

Thank you for your feedback!

Visit us at: