πλαϊνός
[plaiˈnos], πλαϊνή, πλαϊνόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- nebenstehend, Neben-, benachbartπλαϊνόςπλαϊνός
examples
- πλαϊνή είσοδοςθηλυκό | Femininum, weiblich fSeiteneingangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- πλαϊνή έξοδοςθηλυκό | Femininum, weiblich fNebenausgangαρσενικό | Maskulinum, männlich mSeitenausgangαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- πλαϊνή τσέπηθηλυκό | Femininum, weiblich fSeitentascheθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples