εκπρόσωπος
[ekˈprosopos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Vertreterαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fεκπρόσωποςRepräsentantαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fεκπρόσωποςεκπρόσωπος
examples
- εκπρόσωπος εργαζομένωνPersonalratαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -rätinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- εκπρόσωπος ίσων ευκαιριώνGleichstellungsbeauftragte(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f
- εκπρόσωπος μαθητώνSchülervertreterαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -vetreterinθηλυκό | Femininum, weiblich fSchulsprecherαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -sprecherinθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples