Greek-German translation for "διδακτική"
"διδακτική" German translation
διδακτική μέθοδοςθηλυκό | Femininum, weiblich f
Unterrichtsmethodeθηλυκό | Femininum, weiblich f
διδακτική μέθοδοςθηλυκό | Femininum, weiblich f
διδακτική υπηρεσίαθηλυκό | Femininum, weiblich f
Schuldienstαρσενικό | Maskulinum, männlich m
διδακτική υπηρεσίαθηλυκό | Femininum, weiblich f
διδακτική μονάδαθηλυκό | Femininum, weiblich f
Unterrichtseinheitθηλυκό | Femininum, weiblich f
διδακτική μονάδαθηλυκό | Femininum, weiblich f