„άλλος“ άλλος [ˈalos], άλλη, άλλοαντωνυμία | Pronomen pron Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) andere andere(r, s) άλλος άλλος examples ένας άλλος ein anderer ένας άλλος κάποιος άλλος jemand anderes κάποιος άλλος την άλλη μέρα am nächsten Tag την άλλη μέρα άλλο τίποτα; sonst noch etwas ? άλλο τίποτα; κάτι άλλο etwas anderes κάτι άλλο κατά τα άλλα sonst, ansonsten κατά τα άλλα την άλλη φορά voriges Mal την άλλη φορά άλλη μια φορά noch einmal άλλη μια φορά άλλος κόσμοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m Jenseitsουδέτερο | Neutrum, sächlich n άλλος κόσμοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m hide examplesshow examples