Unterzahl
Femininum, weiblich | θηλυκό f <->Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- αριθμητικό μειονέκτημαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nUnterzahl besonders | ιδίως, ιδιαίτεραbesonders Sport | αθλητισμόςSPORTUnterzahl besonders | ιδίως, ιδιαίτεραbesonders Sport | αθλητισμόςSPORT