„Trödelmarkt“: Maskulinum, männlich TrödelmarktMaskulinum, männlich | αρσενικό m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) αγορά μεταχειρισμένων ειδών αγοράFemininum, weiblich | θηλυκό f μεταχειρισμένων ειδών Trödelmarkt Trödelmarkt