„Stöckelschuhe“: Plural StöckelschuhePlural | πληθυντικός pl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ψηλοτάκουνα παπούτσια ψηλοτάκουνα παπούτσιαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl Stöckelschuhe Stöckelschuhe